Κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο έπεσε ο δείκτης ευτυχίας στην Ελλάδα, που ανέρχεται στις 6,2 μονάδες έναντι 7,1 μονάδων για την ΕΕ. Με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία του 2012, προκύπτει ότι οι Έλληνες αισθάνονται δυσαρεστημένοι από την ποιότητα της ζωής τους και καταλαμβάνουν τη 17η θέση (μεταξύ 19 θέσεων της κατάταξης) μαζί με τη Λετονία, αλλά σε ελαφρώς καλύτερη μοίρα από τη Βουλγαρία με τον δείκτη στις 5,5 μονάδες και την Ουγγαρία στις 5,8 μονάδες.
Στον αντίποδα, ικανοποιημένοι από τη ζωή τους εμφανίζονται κατά σειρά οι Δανοί, οι Φινλανδοί και οι Σουηδοί.
Εκ των βασικών παραμέτρων για την αξιολόγηση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, άρα και της ποιότητας ζωής είναι το ΑΕΠ, το οποίο εμπλουτίζεται και από άλλους παράγοντες. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται το μέσο εισόδημα, η αγοραστική δύναμη, η μακροπρόθεσμη ανεργία, το προσδόκιμο ζωής, η αδυναμία να αντεπεξέλθει κανείς σε έκτακτα έξοδα και το ποσοστό αυτοκτονιών.
Επιπλέον, ως μία από τις επιμέρους μεταβλητές που διαμορφώνουν τον δείκτη ευτυχίας είναι και το επίπεδο εκπαίδευσης (με αναφορά σε όσους εγκατέλειψαν το σχολείο), καθώς και η διαφορά μισθών μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Ο μέσος όρος για όσους δεν ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους στην Ε.Ε. των «28» είναι οι 12,7 μονάδες, με τον υψηλότερο των 24,9 μονάδων στην Ισπανία και τον χαμηλότερο στη Σλοβενία των 4,4 μονάδων. Οι μεγαλύτερες εισοδηματικές ανισότητες παρατηρούνται στην Εσθονία και οι μικρότερες στη Σλοβενία.
Στον αντίποδα, ικανοποιημένοι από τη ζωή τους εμφανίζονται κατά σειρά οι Δανοί, οι Φινλανδοί και οι Σουηδοί.
Εκ των βασικών παραμέτρων για την αξιολόγηση της οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης, άρα και της ποιότητας ζωής είναι το ΑΕΠ, το οποίο εμπλουτίζεται και από άλλους παράγοντες. Μεταξύ αυτών συγκαταλέγονται το μέσο εισόδημα, η αγοραστική δύναμη, η μακροπρόθεσμη ανεργία, το προσδόκιμο ζωής, η αδυναμία να αντεπεξέλθει κανείς σε έκτακτα έξοδα και το ποσοστό αυτοκτονιών.
Επιπλέον, ως μία από τις επιμέρους μεταβλητές που διαμορφώνουν τον δείκτη ευτυχίας είναι και το επίπεδο εκπαίδευσης (με αναφορά σε όσους εγκατέλειψαν το σχολείο), καθώς και η διαφορά μισθών μεταξύ ανδρών και γυναικών.
Ο μέσος όρος για όσους δεν ολοκλήρωσαν τις σπουδές τους στην Ε.Ε. των «28» είναι οι 12,7 μονάδες, με τον υψηλότερο των 24,9 μονάδων στην Ισπανία και τον χαμηλότερο στη Σλοβενία των 4,4 μονάδων. Οι μεγαλύτερες εισοδηματικές ανισότητες παρατηρούνται στην Εσθονία και οι μικρότερες στη Σλοβενία.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου