Στην κόψη του ξυραφιού βρίσκονται οι τράπεζες, οι οποίες βλέπουν ασφυκτικά δίπλα τους την προοπτική της κρατικοποίησης. Η δεινή δημοσιονομική θέση της χώρας και οι υποχρεώσεις που δημιουργεί το Μνημόνιο, φέρνει τις ελληνικές τράπεζες σε δυσμενέστερη θέση από τις υπόλοιπες ευρωπαϊκές και όχι μόνο λόγω της μεγαλύτερης έκθεσής τους σε ελληνικούς τίτλους.
Όπως άφησε να διαφανεί χθες στη συνέντευξη τύπου ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, οι ελληνικές τράπεζες πιθανότατα δεν θα έχουν το περιθώριο των 9 μηνών περίπου που θα δοθεί στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές, ώστε να καταφέρουν να καλύψουν τις απώλειες από το haircut με ιδιωτικούς πόρους. Το χρονικό περιθώριο για τις ελληνικές τράπεζες μπορεί να είναι ασφυκτικά μικρότερο, ίσως και μέχρι το τέλος του χρόνου. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Βενιζέλος «δεν πρέπει να συγκρίνουμε τις ευρωπαϊκές τράπεζες με τις ελληνικές, άλλωστε εμείς είμαστε και στο μνημόνιο».
Εάν τελικά το περιθώριο που θα δοθεί για να προσπαθήσουν οι τράπεζες να μαζέψουν κεφάλαια, είναι το ελάχιστο δυνατό, ουσιαστικά προεξοφλείται η ταχύτατη κρατικοποίησή τους. Το βασικό επιχείρημα γι’ αυτή τη δυσμενή μεταχείριση είναι ο σοβαρός κίνδυνος που μπορεί να εξελιχθεί και σε συστημικό, στην περίπτωση που τράπεζες παραμείνουν εκτεθειμένες με πολύ ανεπαρκείς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όπως εξηγεί στέλεχος της τραπεζικής αγοράς, δεν μπορεί να αφεθούν οι τράπεζες να λειτουργούν επί 8-9 μήνες με δείκτες στο 2% σε ένα τόσο ευμετάβλητο περιβάλλον.
Αυτό όμως καταδικάζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα σε υποχρεωτική κρατικοποίηση χωρίς να του παρέχεται καν η δυνατότητα της προσπάθειας εξεύρεσης ιδιωτικών κεφαλαίων. Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιο γνωστού τραπεζίτη «όχι ελληνική τράπεζα, αλλά και ούτε η Morgan Stanley δεν θα μπορούσε να βρει μερικά δις ευρώ σε ένα μήνα.
Το δεύτερο εξ ίσου σοβαρό πρόβλημα που δεν έχει διευκρινισθεί ακόμη αφορά στο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Για τους ίδιους λόγους που περιγράφονται παραπάνω, ενδέχεται να επιβληθούν στις ελληνικές τράπεζες αυστηρότερα κριτήρια επάρκειας κεφαλαίων σε σχέση με τις ευρωπαϊκές και ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας αντί του 9% που ανακοινώθηκε χθες στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ του IIF και των ευρωπαίων ηγετών, να παραμείνει στο 10% που έχει ορίσει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Αυτή η μία μονάδα παραπάνω στο δείκτη, μπορεί να μεταφράζεται σε επιπρόσθετα κεφάλαια από 500 εκατ. ευρώ μέχρι και ένα δις ευρώ, ανάλογα με την τράπεζα και την έκθεσή της σε ελληνικό κίνδυνο.
Αφού ξεκαθαριστούν οι δύο δύσκολοι γρίφοι, θα πρέπει επίσης να οριστικοποιηθεί ο τρόπος συμμετοχής του δημοσίου, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Βάσει του νόμου που ψηφίστηκε πρόσφατα, η συμμετοχή του δημοσίου θα γίνει με κοινές μετοχές, δηλαδή οι τράπεζες θα κρατικοποιηθούν, το δημόσιο καθίσταται βασικός μέτοχος εις βάρος των υφιστάμενων μετόχων, οι οποίοι θα χάσουν πλέον οποιαδήποτε προοπτική μελλοντικής ανάταξης των ήδη δραματικών απωλειών που έχουν υποστεί από την απαξίωση των χρηματιστηριακών τιμών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τράπεζες θα προσπαθήσουν να δώσουν τη μάχη τους και στα τρία μεγάλα μέτωπα που αντιμετωπίζουν.
Ωστόσο οι τραπεζίτες μόνον αισιόδοξοι δεν εμφανίζονται για τις προοπτικές των τραπεζών που διοικούν, όχι μόνο λόγω των αντικειμενικών δυσκολιών αλλά κυρίως λόγω της επιθετικής διάθεσης που έχει δείξει η κυβέρνηση απέναντί τους.
Όπως άφησε να διαφανεί χθες στη συνέντευξη τύπου ο υπουργός Οικονομικών κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, οι ελληνικές τράπεζες πιθανότατα δεν θα έχουν το περιθώριο των 9 μηνών περίπου που θα δοθεί στις υπόλοιπες ευρωπαϊκές, ώστε να καταφέρουν να καλύψουν τις απώλειες από το haircut με ιδιωτικούς πόρους. Το χρονικό περιθώριο για τις ελληνικές τράπεζες μπορεί να είναι ασφυκτικά μικρότερο, ίσως και μέχρι το τέλος του χρόνου. Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο κ. Βενιζέλος «δεν πρέπει να συγκρίνουμε τις ευρωπαϊκές τράπεζες με τις ελληνικές, άλλωστε εμείς είμαστε και στο μνημόνιο».
Εάν τελικά το περιθώριο που θα δοθεί για να προσπαθήσουν οι τράπεζες να μαζέψουν κεφάλαια, είναι το ελάχιστο δυνατό, ουσιαστικά προεξοφλείται η ταχύτατη κρατικοποίησή τους. Το βασικό επιχείρημα γι’ αυτή τη δυσμενή μεταχείριση είναι ο σοβαρός κίνδυνος που μπορεί να εξελιχθεί και σε συστημικό, στην περίπτωση που τράπεζες παραμείνουν εκτεθειμένες με πολύ ανεπαρκείς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας για μεγάλο χρονικό διάστημα. Όπως εξηγεί στέλεχος της τραπεζικής αγοράς, δεν μπορεί να αφεθούν οι τράπεζες να λειτουργούν επί 8-9 μήνες με δείκτες στο 2% σε ένα τόσο ευμετάβλητο περιβάλλον.
Αυτό όμως καταδικάζει το ελληνικό τραπεζικό σύστημα σε υποχρεωτική κρατικοποίηση χωρίς να του παρέχεται καν η δυνατότητα της προσπάθειας εξεύρεσης ιδιωτικών κεφαλαίων. Είναι χαρακτηριστικό το σχόλιο γνωστού τραπεζίτη «όχι ελληνική τράπεζα, αλλά και ούτε η Morgan Stanley δεν θα μπορούσε να βρει μερικά δις ευρώ σε ένα μήνα.
Το δεύτερο εξ ίσου σοβαρό πρόβλημα που δεν έχει διευκρινισθεί ακόμη αφορά στο δείκτη κεφαλαιακής επάρκειας. Για τους ίδιους λόγους που περιγράφονται παραπάνω, ενδέχεται να επιβληθούν στις ελληνικές τράπεζες αυστηρότερα κριτήρια επάρκειας κεφαλαίων σε σχέση με τις ευρωπαϊκές και ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας αντί του 9% που ανακοινώθηκε χθες στο πλαίσιο της συμφωνίας μεταξύ του IIF και των ευρωπαίων ηγετών, να παραμείνει στο 10% που έχει ορίσει η Τράπεζα της Ελλάδος.
Αυτή η μία μονάδα παραπάνω στο δείκτη, μπορεί να μεταφράζεται σε επιπρόσθετα κεφάλαια από 500 εκατ. ευρώ μέχρι και ένα δις ευρώ, ανάλογα με την τράπεζα και την έκθεσή της σε ελληνικό κίνδυνο.
Αφού ξεκαθαριστούν οι δύο δύσκολοι γρίφοι, θα πρέπει επίσης να οριστικοποιηθεί ο τρόπος συμμετοχής του δημοσίου, μέσω του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας. Βάσει του νόμου που ψηφίστηκε πρόσφατα, η συμμετοχή του δημοσίου θα γίνει με κοινές μετοχές, δηλαδή οι τράπεζες θα κρατικοποιηθούν, το δημόσιο καθίσταται βασικός μέτοχος εις βάρος των υφιστάμενων μετόχων, οι οποίοι θα χάσουν πλέον οποιαδήποτε προοπτική μελλοντικής ανάταξης των ήδη δραματικών απωλειών που έχουν υποστεί από την απαξίωση των χρηματιστηριακών τιμών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, οι τράπεζες θα προσπαθήσουν να δώσουν τη μάχη τους και στα τρία μεγάλα μέτωπα που αντιμετωπίζουν.
Ωστόσο οι τραπεζίτες μόνον αισιόδοξοι δεν εμφανίζονται για τις προοπτικές των τραπεζών που διοικούν, όχι μόνο λόγω των αντικειμενικών δυσκολιών αλλά κυρίως λόγω της επιθετικής διάθεσης που έχει δείξει η κυβέρνηση απέναντί τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου